Αφροδίτη Εγγλέζου: Μας μίλησε για "Το σκισμένο τούλι"❤️


Στις 11 Απριλίου 38 μαθητές του Λυκείου Γαζίου επισκέφτηκαν το Γυμνάσιο Κρουσώνα στο πλαίσιο υλοποίησης κοινής δράσης φιλαναγνωνίας και συνεργασίας των δύο σχολείων. Οι μαθητές του Λυκείου Γαζίου δώρισαν στο Γυμνάσιο βιβλία για να ενισχύσουν τη Βιβλιοθήκη του και να ενισχύσουν τη Λέσχη Ανάγνωσης "Ο Κρουσώνας διαβάΖΕΙ διαφορετικά". Μεταξύ των μαθητών του Λυκείου Γαζίου, η Αφροδίτη Εγγλέζου μάς μίλησε για "Το σκισμένο τούλι" της Έλενας Ακρίτα.


Διαβάστε την παρουσίαση και τις σκέψεις της για το βιβλίο αυτό:

Είναι από τα βιβλία που μένει ζωντανό μέσα μας.

Οι διάλογοι, ανθρώπινοι και αναγνωρίσιμοι χαρακτήρες και ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν. Αυτά μου αρέσουν σε όλα τα βιβλία της Ακρίτα, και στο «Σκισμένο τούλι» η συγγραφέας κάνει τόσο καλά αυτό που ξέρει: γράφει με ζωντάνια, συνομιλεί με το σήμερα, με στιβαρά θεμέλια στις αναμνήσεις του χθες.

Οι γυναίκες που πρωταγωνιστούν στο «Σκισμένο τούλι» λειτουργούν σαν μια γιορτή ακόμη κι όταν η πλοκή γίνεται πιο βαριά ακόμη και πένθιμη.

Όλο το βιβλίο διαπνέεται από έναν σεβασμό και μια εκπληρωμένη αγωνία να μιλήσει η συγγραφέας μέσα από τις ιστορίες των ηρωίδων της για κοινωνικά θέματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία.

Η θυματοποίηση της γυναίκας που βιάζεται, ο ανεκπλήρωτος έρωτας, η σχέση δύο λεσβιών που κρύβονται μέχρι να βγουν στο φως, και ο έρωτας στην Τρίτη ηλικία μαζί με όλα τα στερεότυπα που καταπιέζουν ακόμη και τον πιο τολμηρό άνθρωπο παρελαύνουν στο βιβλίο της Έλενας Ακρίτα «Το σκισμένο τούλι» και δημιουργούν ένα μωσαϊκό της καθημερινότητας αλλά πάνω απ’ όλα ένα απολαυστικό ανάγνωσμα. Η Ελενα Ακρίτα μας χάρισε ένα ακόμη βιβλίο με πικρό χιούμορ και πολλές αλήθειες που πρέπει να λέγονται. Κι όλα αυτά χωρίς διδακτισμούς, αβίαστα μέσα από τους χαρακτήρες που έχει φτιάξει.

Στον κόσμο της  Νένας, της Μάρως, της Σολφέζ, της Μιράντας και της Ιοκάστης ταξίδεψα και διδάχτηκα πολλά.

Το “Σκισμένο Τούλι” είναι ένα καλογραμμένο και ιδιαίτερα καυστικό μυθιστόρημα με έντονη δόση χιούμορ, το οποίο δίνει φωνή στη γυναίκα που έχει βιαστεί και πρέπει να αντιμετωπίσει την κοινωνική κατακραυγή, στη γυναίκα που παντρεύτηκε κάποιον “από ευγένεια για να μην τον πληγώσει”, στη γυναίκα που γνώρισε τον έρωτα στη δύση της ζωής της, και στη γυναίκα που ερωτεύεται μια άλλη γυναίκα.

Κατά τη διάρκεια της πλοκής, συναντάμε ανθρώπους και ανθρωπάκια της διπλανής πόρτας που καθρεφτίζουν την υποκρισία της κοινωνίας, και κυρίως την τάση του περίγυρου να καταδικάζει το θύμα κι όχι τον θύτη. Οι ιστορίες πέντε διαφορετικών γυναικών, τις οποίες δένει μια πραγματικά δυνατή φιλία, καθρεφτίζουν καθημερινούς φόβους και ανασφάλειες. Η έντονη δράση, η ωραία πλοκή και κυρίως οι αιχμηρές ατάκες αποτελούν τα κύρια συστατικά μιας όμορφης ιστορίας που περιγράφει τη σημερινή καθημερινότητα χωρίς ωραιοποιήσεις.


ΝΕΝΑ

Νένα – το πρώτο πιστολάκι του συνοικιακού κομμωτηρίου

“Πάει σκίστηκε κι αυτηνής το τούλι”, έλεγε η Νένα, το πρώτο “πιστολάκι” του συνοικιακού κομμωτηρίου όταν έβλεπε τις πελάτισσες να κλαίνε για τον άντρα που παντρεύτηκαν αλλά τους βγήκε σκάρτος. 

Η Νένα είναι κομμώτρια στο συνοικιακό κομμωτήριο της Σολφέζ. Μεγάλωσε με τη γιαγιά της, την Ιοκάστη, σε μια γειτονιά της Αθήνας. Παντρεύεται με πολιτικό γάμο τον Φώτη, τον έρωτα των μαθητικών της χρόνων, χωρίς πραγματικά να θέλει να προχωρήσει σε αυτό το βήμα. Στην αίθουσα του δημαρχείου, ανταλλάζει ένα μοιραίο βλέμμα με τον Οδυσσέα, έναν χωρισμένο δημοσιογράφο με παιδί, ο οποίος θα μετακομίσει στην οικοδομή όπου κατοικεί η Ιοκάστη. 

Ο γάμος της Νένας με τον Φώτη δεν πάει καλά, διότι η σχέση τους ίσως να μην είχε τις σωστές βάσεις. Ανάμεσα στη Νένα και στον Οδυσσέα αναπτύσσεται ένα αίσθημα. Στην αρχή δεν ομολογεί ο ένας τον έρωτά του στον άλλο, μέχρι που ανταλλάσσουν ένα φιλί στο σουπερμάρκετ, ανάμεσα σε ντοματοχυμούς και ντοματοπελτέδες.

Όταν προχωράει η σχέση τους, η Νένα έχει ανασφάλειες για το σώμα της και ιδίως για τα παχάκια στην περιφέρεια και τους κιρσούς της. 

Τόσο καιρό τον περίμενες αυτόν τον άντρα. Τόσο καιρό, ρε βλήμα, πίστευες ότι ζούσες έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Και ξαφνικά, όλα αλλάζουν. Ξαφνικά, τα μάτια του γίνονται το σπιτικό σου. Και θέλεις να μείνεις εκεί για πάντα και να πετάξεις το κλειδί. Κι αντί γι’ αυτό, κάθεσαι κι αγχώνεσαι πώς θα δει το σώμα σου γυμνό;



ΜΑΡΩ

Μάρω – η ντροπή και η ενοχή που συνοδεύει τα θύματα βιασμού

Ο βιασμός της Μάρως οδηγεί σε μια πολύκροτη διαμάχη που θ’ αφήσει εποχή. Η Μάρω και ο Θάνος είναι δύο άνθρωποι που αγαπιούνται και έχουν έναν όμορφο γάμο, μέχρι που ο ομαδικός βιασμός της Μάρως δημιουργεί κάποια προβλήματα στον γάμο τους, τα οποία καταφέρνουν να ξεπεράσουν μετά δυσκολίας, χάρη στην αμοιβαία αγάπη και κατανόηση. Η Μάρω κακοποιήθηκε βάναυσα επειδή τρεις άντρες έκριναν ότι ένα κοντό φόρεμα και ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνα πέδιλα τούς δίνει το δικαίωμα να κάνουν ομαδικό σεξ με μια γυναίκα και να την πετάξουν αναίσθητη σαν σκουπίδι σε μια παραλία, όπου τη βρήκε ένα ζεύγος παραθεριστών.

Δυστυχώς, η κοινωνία έσπευσε να καταδικάσει τη Μάρω που φορούσε κοντό φόρεμα και προκαλούσε τρία “καλά παιδιά” που, όντας άντρες, “βράζει το αίμα τους”. Ακόμα και ο άντρας της κολλητής της φίλης, της Νένας, σε μια έξοδο φίλων είχε ισχυριστεί ότι η Μάρω έφερε ευθύνη γι’ αυτό που της είχε συμβεί, διότι το φόρεμά της ήταν προκλητικό. Κατά τη γνώμη μου, το πιο τραγικό είναι όταν η Μάρω, δηλαδή το ίδιο το θύμα, αρχίζει να νιώθει ενοχές και να επιρρίπτει ευθύνες στον εαυτό της για αυτό που της είχε συμβεί.  

Δύο μήνες αργότερα, η Μάρω θα μετάνιωνε την ώρα και τη στιγμή που βγήκε μπροστά και φανέρωσε τα πάντα για τον βιασμό της. Αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω, θα έραβε το στόμα της. Θα έβρισκε ένα ψέμα να δικαιολογήσει τα τραύματά της και θα συνέχιζε τη ζωή της. Κουτσά στραβά πάντως θα τη συνέχιζε. Και δεν θα αναγκαζόταν να πέφτει καθημερινά μούρη με μούρη με τις αμφιβολίες, τις υποψίες και τα λοξά βλέμματα των τρίτων.

Η Μάρω πάλεψε με την κατάθλιψη, έχασε τη δουλειά της και κλείστηκε στον εαυτό της. Ωστόσο, βρήκε τη δύναμη να κινηθεί νομικά εναντίον των τριών βιαστών, με τη βοήθεια ενός δικηγόρου που ανέλαβε την υπεράσπισή της δωρεάν και με τη στήριξη γυναικείων οργανώσεων. Το πιο ενδιαφέρον σημείο αυτής της ιστορίας είναι όταν ο δικηγόρος της τής ανακοινώνει ότι η άλλη πλευρά προσφέρει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για να κλείσει η υπόθεση εξωδικαστικά. Η Μάρω και ο Θάνος είχαν οικονομικά προβλήματα, έτσι η Μάρω άρχισε να προβληματίζεται ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να πάρει τα λεφτά και να προχωρήσει με τη ζωή της. Η συγγραφέας τονίζει πολύ εύστοχα ότι στις ταινίες, τέτοιου είδους αποφάσεις παίρνονται αμέσως, κάτι το οποίο δεν ισχύει στην πραγματική ζωή.


ΣΟΛΦΕΖ & ΜΙΡΑΝΤΑ

Σολφέζ και Μιράντα – ο έρωτας δύο γυναικών που “πρέπει” να παραμείνει κρυφός

Η Σολφέζ είναι ιδιοκτήτρια του συνοικιακού κομμωτηρίου, φημισμένη για τους υπέροχους αριστοκρατικούς κότσους που άφησαν εποχή. Καπάτσα, έξυπνη και δοτική, ξεκίνησε την καριέρα της στο κλασάτο κομμωτήριο του Εμμανουέλ στο Κολωνάκι. Η Μιράντα μεσουρανούσε στο λαϊκό τραγούδι και γνωρίστηκε με τη Σολφέζ όταν πήγαινε στο κομμωτήριο του Εμμανουέλ για χτένισμα. Ανάμεσα στις δύο γυναίκες αναπτύχθηκε μια αμοιβαία έλξη η οποία οδήγησε σε μια σχέση ζωής. 

- Μα γιατί το κρύβετε; τις είχε ρωτήσει κάποτε η Ιοκάστη ένα βράδυ που έτρωγαν μαζί. Μεγάλες γυναίκες είστε, σε ποιον δίνετε λογαριασμό;

- Ίσως παίζει κι αυτό έναν ρόλο.

- Ποιο; ρώτησε η Ιοκάστη.

- Το “μεγάλες γυναίκες”. Οι νέες κοπέλες σήμερα είναι πιο ελεύθερες, εμείς πάλι τι να πω. Άλλη γενιά, άλλη νοοτροπία.

Ζούσαν μαζί με διακριτικότητα σε μια υπέροχη μονοκατοικία. Ούσες γυναίκες μιας άλλης εποχής, πίστευαν ότι ο έρωτάς τους καλό θα ήταν να παραμείνει κρυφός. Για τη σχέση τους μιλούσαν ανοιχτά μόνο στη Νένα, τη Μάρω, τον Διονύση και την Ιοκάστη. Μήπως τελικά αυτές οι δύο γυναίκες πιστεύουν ότι πρέπει να ακολουθήσουν τους κανόνες που επέβαλαν τα κοινωνικά πρέπει γι’ αυτές; Παρ’ όλα αυτά, δημιούργησαν μια πολύ όμορφη και τρυφερή σχέση. Πιστεύω ότι η ιστορία αυτών των δύο γυναικών τονίζει τη σημασία του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια.


ΙΟΚΑΣΤΗ

Ιοκάστη – ο έρωτας δεν έχει ηλικία

Σε μια εκδρομή με το ΚΑΠΗ, στο Ναύπλιο, αναπτύσσεται ένα όμορφο φλερτ ανάμεσα στην Ιοκάστη και έναν ευκατάστατο κύριο, τον Γιώργο Συρίγο, χήρο, πρώην διευθυντή τραπέζης στην Εθνική. Ο έρωτας της Ιοκάστης και του Γιώργου πέρασε από μύρια κύματα. Από τη μία, η Ιοκάστη έλεγε ότι οι έρωτες δεν είναι για την ηλικία της, φοβούμενη “τι θα πει ο κόσμος”. Από την άλλη, οι κόρες του Γιώργου προσπάθησαν να βάλουν εμπόδια σ’ αυτόν τον έρωτα, έχοντας τα δικά τους υστερόβουλα κίνητρα. Παρ’ όλα αυτά, ο έρωτας αυτός θα καταφέρει να ανθίσει παρ’ όλα τα εμπόδια και τα “πρέπει” της κοινωνίας. 

Η Ιοκάστη άλλα έλεγε, άλλα σκεφτόταν. Δεν είχε νόημα όλο αυτό. Κανένα νόημα. Τα λόγια του κόσμου εκείνη τα είχε σε μεγάλη υπόληψη. Δύο μεγάλοι άνθρωποι εκεί χάμω… Τι μεγάλοι δηλαδή, πες γέροι καλύτερα… Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα, δεν είναι της ηλικίας τους, μα τι ρεζίλι. Και να πεις πως ήταν μόνοι στη ζωή; Πως δεν έδιναν λογαριασμό σε κανένα; Ένα τσούρμο συγγενείς έσερναν κι οι δυο από πίσω τους.

Το φλερτ της Ιοκάστης και του Γιώργου αναδεικνύει κυρίως τη σημασία της συντροφικότητας και το πάθος για τη ζωή ακόμη και στην τρίτη ηλικία.

Ο κόσμος γύρω μας είναι γεμάτος από σκισμένα τούλια! Ωστόσο, εμείς αποφασίζουμε εάν θα μπαλώσουμε τις τρύπες ή θα ράψουμε καινούργια με υφάσματα που μας ταιριάζουν καλύτερα.

΄΄Σπίτι, σκέφτηκε η Μιράντα, είναι οι μυρωδιές από την κουζίνα σου. Το γεράνι που ανθίζει στον κήπο. Η βρύση που χάλασε, το μαξιλάρι το δικό σου που έχει γούβα στη μέση αλλά σε βολεύει, το μισοτελειωμένο βιβλίο στο κομοδίνο σου. Σπίτι είναι του ανθρώπου σου η αγάπη που τις νύχτες σε σκεπάζει μην κρυώσεις. Σπίτι είναι το φιλί το μονάκριβο, οι φίλοι τα βράδια, τα γέλια και τα κλάματα, και οι πόνοι, και οι χρόνοι που περνούν και πού σε νοιάζονται.΄΄.

“Η Μάρω έκλεισε τα μάτια. Δεν είχε χύσει ούτε δάκρυ μέχρι τώρα. Πονούσε. Πονούσε παντού, μα πιο πολύ πονούσε μέσα της. Σαν ριπές έρχονταν και έφευγαν οι εικόνες της βίας που έζησε στο πληγωμένο πετσί της. Όσο κι αν τις απόδιωχνε, αυτές επέστρεφαν πιο δυνατές και δεν την άφηναν να γαληνέψει. Και, πάνω απ' όλα, δεν την άφηναν να ξεχάσει. Τους παραδόθηκε. Πώς αλλιώς θα έπαιρνε το αίμα της πίσω;

Κι εκεί ανάμεσα στις σκοτεινές φαντασιώσεις της και στα σχέδια εκδίκησης, από το πουθενά, απρόσκλητες και ανεπιθύμητες γλίστρησαν από το στόμα της οι τέσσερις πιο παιδικές, πιο αθώες λεξούλες του κόσμου.

«Θέλω τη μαμά μου».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο